Δικαιολογημένα είναι τα παράπονα που εκφράζονται μέσα από δημοσιεύματα, στον Τοπικό Τύπο και ΜΜΕ κυρίως, σχετικά με το κόστος των παραβόλων, για την υποβολή αντιρρήσεων κατά του Δασικού Χάρτη. Αυτό εκλαμβάνεται νέο “χαράτσι” κατά της ακίνητης περιουσίας, ενώ το συνολικό κόστος ενδεχομένως να ξεπερνά και την αντικειμενική αξία του ίδιου του ακινήτου!
Βέβαια, από την άλλη πλευρά, μέσω των παραβόλων έχει προβλεφθεί η εξυπηρέτηση του κόστους λειτουργίας των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α). Σε κάθε περίπτωση, για τις περιπτώσεις όπου έχουν γίνει λάθη, ή παραλείψεις ή αδικίες, η μετακύλιση του κόστους αποκατάστασης των λαθών στις πλάτες αυτών που δεν φταίνε σε τίποτε, εγείρει σοβαρά ηθικά και νομικά ζητήματα. Επειδή οπωσδήποτε θα πρέπει να υπάρχει ένας σχετικός μηχανισμός που να ρυθμίζει τη διαδικασία των αντιρρήσεων (γιατί σε διαφορετική περίπτωση το έργο των ΕΠ.Ε.Α. θα επιβαρύνονταν δυσανάλογα από περιπτώσεις χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο), η ορθότερη λύση θα πρέπει να περιλαμβάνει την πρόβλεψη επιστροφής του παραβόλου, σε περίπτωση που η υποβληθείσα αντίρρηση γίνεται δεκτή.
Εξάλλου, οι περιπτώσεις υποβολής αντίρρησης κατά της παράλειψης συμπερίληψης δασικής έκτασης στον Δασικό Χάρτη θα έπρεπε να υπάγονται σε διαφορετικό καθεστώς παραβόλων, αφού θα έπρεπε κανείς να έχει διαθέσιμα αρκετά χρήματα για ξόδεμα, για να υπερασπιστεί την περιουσία του Δημοσίου, ή αλλιώς για να υπερασπιστεί το δημόσιο αγαθό που λέγεται “δάσος – φυσικό περιβάλλον”.